Friday, May 18, 2007

Η αβάσταχτη ελαφρότητα της σαχλαμάρας. Part1

Το κείμενο που θα ακολουθήσει προοριζόταν για δημοσίευση στο δεύτερο τεύχος της εφημερίδας Τρέχα Γύρευε. Επειδή όμως κάτι τέτοιο δεν είμαι σίγουρος αν θα γίνει, το παραθέτω επι τόπου, και συγκεκριμένα το πρώτο μέρος.

Ποια ακριβώς είναι η ειδοποιός διαφορά μεταξύ μιας μπλόφας και ενός ψέματος?

Το ψέμα και η μπλόφα είναι και τα δύο τρόποι διαστρέβλωσης ή εξαπάτησης. Το βασικότερο χαρακτηριστικό ενός ψέματος είναι η ανακρίβεια: ψεύτης είναι ουσιαστικά κάποιος που διασπείρει εσκεμμένα ανακριβείς πληροφορίες. Η μπλόφα έχει επίσης σκοπό να μεταβιβάσει κάτι ανακριβές. Αλλά, σε αντίθεση με το ξεκάθαρο ψέμα, πρόκειται μάλλον για εξαπάτηση παρά για ανακρίβεια. Σε αυτό οφείλεται η συγγένεια με τη σαχλαμάρα. Γιατί η ουσία της σαχλαμάρας δεν βρίσκεται στο ότι είναι αναληθής, αλλά στο ότι είναι πλαστή. Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς αυτή τη διαφορά, πρέπει να αναγνωρίσει ότι κάτι που είναι ψεύτικο ή πλαστό δεν χρειάζεται να είναι, από καμία άποψη (πέραν της αυθεντικότητας), κατώτερο από κάτι το πραγματικό. Ότι δεν είναι γνήσιο δεν είναι απαραίτητα και ελαττωματικό. Το πρόβλημα με την πλαστότητα δεν είναι η εμφάνιση του πράγματος, αλλά ο τρόπος με τον οποίο φτιάχτηκε. Αυτό παραπέμπει σε ένα παρόμοιο και θεμελιώδες χαρακτηριστικό της σαχλαμάρας: αν και λέγεται χωρίς ενδιαφέρον για την αλήθεια, δεν χρειάζεται να είναι ψέμα. Όποιος λέει σαχλαμάρες παραποιεί τα πράγματα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι τα παίρνει και στραβά.
Στο μυθιστόρημα Βρόμικη Ιστορία του Έρικ Άμπλερ, ο ήρωας του, ονόματι Άρθουρ Άμπντελ Σίμσον, θυμάται τι συμβουλές που του έδινε ο πατέρας του όταν ήταν παιδί:

Παρότι ήμουν μόλις εφτά ετών όταν σκοτώθηκε
ο πατέρας μου, τον θυμάμαι ακόμη πολύ καλά
και θυμάμαι επίσης κάποιες κουβέντες του…
Ένα από τα πρώτα πράγματα που με δίδαξε
ήταν: «Ποτέ μη λες ψέματα όταν μπορείς
να την σκαπουλάρεις με μπούρδες».


Από αυτό συνεπάγεται όχι μόνο ότι υπάρχει μια σημαντική διαφορά μεταξύ ψέματος και σαχλαμάρας, αλλά και ότι η δεύτερη είναι προτιμότερη από το πρώτο. Σίγουρα ο Σίμσον ο πρεσβύτερος δεν πίστευε ότι οι μπούρδες ήταν ηθικά ανώτερες από το ψέμα. Ούτε είναι πιθανό να θεωρούσε ότι για την επίτευξη οποιουδήποτε στόχου το ψέμα ήταν λιγότερο αποτελεσματικό από τις μπούρδες. Στο κάτω κάτω, ένα έξυπνα στημένο ψέμα μπορεί να κάνει τη δουλειά του με απόλυτη επιτυχία. Πολύ πιο πιθανό είναι να νόμιζε ο πατέρας Σίμσον ότι πιο εύκολα θα μπορούσε να τη σκαπουλάρει με μπούρδες παρά με ψέματα. Ίσως, πάλι, να εννοούσε ότι, μολονότι το ρίσκο να πιαστεί κανείς στα πράσα είναι και στις δύο περιπτώσεις το ίδιο, οι συνέπειες είναι γενικά ελαφρύτερες γι’ αυτόν που λέει μπούρδες παρά για τον ψεύτη. Πράγματι, εμείς οι άνθρωποι τείνουμε να είμαστε πιο επιεικείς με τις μπούρδες παρά με τα ψέματα, ίσως γιατί δεν εκλαμβάνουμε τις πρώτες ως προσωπική προσβολή.
Η σύγκριση δεν είναι μεταξύ του να πω ένα ψέμα και του να πω περιστασιακά μια σαχλαμάρα. Ο Σίμσον ο πρεσβύτερος ορίζει την εναλλακτική λύση στο ψέμα με τις λέξεις «όταν μπορείς να τη σκαπουλάρεις με μπούρδες». Αυτό δεν σημαίνει ότι λέω περιστασιακά μια σαχλαμάρα. Σημαίνει ότι έχω βάλει πρόγραμμα να λέω τόσες σαχλαμάρες όσες απαιτούν οι περιστάσεις. Το ψέμα είναι μια πράξη πολύ εστιασμένη. Είναι σχεδιασμένη για να εισάγει μια πλάνη σε ένα συγκεκριμένο σημείο ενός συνόλου ή συστήματος πεποιθήσεων, προκειμένου να αποφευχθούν οι συνέπειες που θα προέκυπταν αν καταλάμβανε το σημείο εκείνο η αλήθεια. Κάτι τέτοιο απαιτεί μια κάποια δεξιοτεχνία. Ο ψεύτης υποτάσσει τον εαυτό του σε αντικειμενικούς περιορισμούς, που του επιβάλλονται από αυτό που θεωρεί αλήθεια. Ο ψεύτης ενδιαφέρεται για την αξία της αλήθειας. Προκειμένου να επινοήσει ένα ψέμα, πρέπει να νομίζει ότι ξέρει την αλήθεια. Και για να επινοήσει ένα αποτελεσματικό ψέμα, πρέπει να το σχεδιάσει υπό την καθοδήγηση αυτής της αλήθειας.
Από την άλλη πλευρά, ένα άτομο που αποφασίζει να τη σκαπουλάρει με μπούρδες έχει πολύ μεγαλύτερη ελευθερία. Βλέπει πανοραμικά. Δεν εστιάζει την προσοχή του σε ένα συγκεκριμένο σημείο, και έτσι δεν περιορίζεται από τις αλήθειες που περιβάλλουν εκείνο το σημείο ή διασταυρώνονται με αυτό. Φυσικά, το ότι δεν υπόκειται στους περιορισμούς στους οποίους υπόκειται ένας ψεύτης δε σημαίνει υποχρεωτικά ότι η δική του δουλειά είναι ευκολότερη από του ψεύτη. Αλλά το είδος δημιουργικότητας στο οποίο βασίζεται η δουλειά του είναι λιγότερο αναλυτικό και μελετημένο απ’ ότι το είδος δημιουργικότητας του ψεύτη. Έχει περισσότερες ευκαιρίες για αυτοσχεδιασμό και παιχνίδια της φαντασίας. Είναι περισσότερο θέμα καλλιτεχνίας παρά δεξιοτεχνίας. Αυτό το είδος δημιουργικότητας έλκυε περισσότερο τον πατέρα Σίμσον.

continued.....

No comments: